Ο Νόμος 2190/94 (γνωστός και ως Νόμος Πεπονή) αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες προσπάθειες περιορισμού του πελατειακού κράτους. Οι ατέλειές του και οι δεσμευτικοί, ανορθολογικοί περιορισμοί προσλήψεων, σε Δημόσιο και Δήμους, «επέτρεψαν» την δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων συμβασιούχων, πολλαπλών μορφών, διαρκούς εκλογικής ομηρείας.
Η πολυετής εξοικείωση, εν πολλοίς αναγκαστική λόγω του ανορθολογικού περιορισμού των προσλήψεων, των Δήμων με τις by pass διαδικασίες προσλήψεων (μισθώσεις έργου, δίμηνες κ.λπ.), κυρίως μέσω των Δημοτικών Επιχειρήσεων, τους κατέστησε θέλοντας και μη «συνένοχους κοινωνούς» της εκτεταμένης νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης της εργασίας από τα μέσα του '90.Την μονιμοποίησή τους και το υψηλό κόστος της προσπάθησαν να αποτρέψουν, υπό τη σκέπη της νεοφιλελεύθερης μυθολογίας περί 1,5 εκατομμυρίου δημοσίων υπαλλήλων, με τους συνταγματικούς περιορισμούς του 2002. Το νομοθετικό αλαλούμ, η ευνοϊκή Ευρ. Οδηγία 779/97 για τους απασχολούμενους πέραν των 18 μηνών και οι «δεσμεύσεις αποκατάστασης» του νεώτερου Καραμανλή, έφεραν το εκτρωματικό Π.Δ. 164/2004 (Παυλόπουλου), που έδωσε τροφή σε δικαστήρια και πλουτισμό σε εργατολόγους.
Η συντριπτική πλειονότητα των Δημοτικών Συμβουλίων, πάντως, στήριξε τις προσφυγές και την δικαίωση χιλιάδων συμβασιούχων, μέσα από ομόφωνες αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων τους. Άλλωστε, ήταν ο μοναδικός τρόπος άμεσης κάλυψης των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών προσωπικού, μετά τη μεταφορά εκατοντάδων αρμοδιοτήτων, χωρίς τους αναγκαίους πόρους.
Αυτό το γαϊτανάκι διέλυσαν Μνημόνια και Μεσοπρόθεσμα με τα Παρατηρητήριά τους. Η νεοφιλελεύθερη μυθολογία του 1,5 εκατομμυρίου εργαζομένων στο Δημόσιο έπεσε με την 1η απογραφή της τρόικα στο 50%. Δηλαδή σε ποσοστά μικρότερα του Μ.Ο. της Ε.Ε. (16,8% έναντι 18%). Η νεοφιλελεύθερη εμμονή όμως του περιορισμού της απασχόλησης στο Δημόσιο, βρήκε στο Μνημόνιο το κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθεί.
Πιστή στις νεοφιλελεύθερες επιταγές του «ελάχιστου κράτους», η μνημονιακή κυβέρνηση Σαμαρά, διά στόματος Στυλιανίδη, μπροστά στον «κίνδυνο» συνέχισης των Κοινωνικών Δομών - Προγραμμάτων (λόγω συμβατικών δεσμεύσεων στην Ε.Ε.) και της εργασίας 3.500 ανθρώπων σήμερα στο «Βοήθεια στο σπίτι» και περίπου 2.800 αύριο, σε άλλες προνοιακές δομές των Δήμων, εργαζομένων με πολυετή προσφορά, όχι μόνο δεν τους μονιμοποιεί λόγω Μνημονίου αλλά επιστρατεύει και τον περιορισμό του Μεσοπρόθεσμου για 4.000 προσλήψεις μόνο, Συμβασιούχων κάθε μορφής για όλους τους Δήμους, ετησίως έως το 2016 και τους καλεί να σχηματίσουν ΚΟΙΝΣΕΠ.
Έτσι ο τομέας της «αλληλέγγυας και κοινωνικής οικονομίας» που θεσμοθετήθηκε πρόσφατα στην Ελλάδα Ν.4019/11 και που δίνει, παρά τις νομοθετικές ατέλειες του, την δυνατότητα εναλλακτικής απασχόλησης, για την κάλυψη οικονομικών και κοινωνικών αναγκών, σε δεκάδες χιλιάδες νέους και πολίτες ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ναρκοθετείται εν τη γενέσει του. Ταυτίζεται σκόπιμα με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές απορρύθμισης και διάλυσης του ελάχιστου κοινωνικού κράτους, που τελευταίο ανάχωμα του αποτελεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Η αναγκαία πάλη, νομοθετικά και κινηματικά, για την αποτροπή αυτής της κατάστασης, ομόφωνη ήταν η καταδίκη της ακόμα κι από την ΚΕΔΕ, θα πρέπει να αποφύγει τη δαιμονοποίηση της μορφής.
Η ευκολία γενικών αφορισμών, με την αντίληψη ολοκληρωτικής ταύτισης ή απόρριψης της κυρίαρχης, κάθε φορά, αντίθεσης στην θεσμική διαπάλη, έχει φέρει τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα. Την ταύτιση της Αριστεράς, στα μάτια της πλειονότητας των πολιτών, με την υπεράσπιση του σημερινού γραφειοκρατικού, διαπλεκόμενου και πελατειακού κράτους, παρόλο που εμείς, και ορθά, ευαγγελιζόμαστε την ανατροπή του.
Παρά τη συμφωνία σε πολύ μεγάλο βαθμό με τις διαπιστώσεις, ιδιαίτερα με τις επιδιώξεις της μνημονιακής κυβέρνησης, του άρθρου του φίλου και σύντροφου Σ. Τζόκα «ΚΟΙΝΣΕΠ η κερκόπορτα της ιδιωτικοποίησης» ("Αυγή", 14.3.2013) διαφωνώ:
* Με το βαρύγδουπο «κερκόπορτα ιδιωτικοποίησης», όταν ανοιχτοί είναι οι «λεωφόροι» μέσω του Μεσοπρόθεσμου (απολύσεις, πάγωμα προσλήψεων, 70% μείωση των δαπανών, υπερφορολόγηση, «αξιοποίηση» Δημοτικής Περιουσίας).
* Με την απολυτότητα των απόψεων για μέσο πλήρους ανταποδοτικότητας, όταν ορατός στόχος είναι οι θεσμοθετημένοι ήδη δημόσιοι πόροι (ΑΚΑΓΕ, ΛΑΕΚ).
* Με την άποψη ότι πρόκειται περί ιδιωτικής επιχείρησης, επειδή έτσι την κατατάσσει το μονεταριστικής αντίληψης υπερσυγκεντρωτικό Γενικό Λογιστήριο του Κράτους -ας διαβάσουμε καλύτερα τον νόμο και το καταστατικό τους.
Η ευρωπαϊκή (βόρεια, κεντρική και νότια) και η αμερικάνικη (βόρεια και λατινοαμερικάνικη) εμπειρία παρέχουν πλήθος παραδειγμάτων, και αντιφατικών, που χρειάζεται να μελετήσουμε καλύτερα πριν τα θάψουμε. Το ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο είναι μεν ατελές αλλά δεν είναι το χειρότερο.
Η Κοινωνική Οικονομία, που στην Ελλάδα μεταφράζεται και σε ΚΟΙΝΣΕΠ, αποτελεί με τις παρατηρήσεις που είχαμε πρωτογενώς θέσει στην ψήφιση του νόμου, αλλά κυρίως με τις επεξεργασίες του αντίστοιχου Τμήματος της Επιτροπής Οικονομικού Προγράμματος, κομβικό στοιχείο της εναλλακτικής μας πρότασης για την «Οικονομία των αναγκών», λόγω του συνεταιριστικού, δημοκρατικού και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της. Στον κοινωνικό τομέα δε πρέπει να δρα πάντα συμπληρωματικά σε ισχυρές δημόσιες κοινωνικές δομές.
Δεν υπάρχουν κίνδυνοι από τη νεοφιλελεύθερη μετάφρασή της; Αναμφίβολα ναι, και πάρα πολλοί. Δεν πρέπει όμως να τους αφήσουμε «αφού παίρνουν τις ιδέες μας και μας τις κάνουν λιώμα» να μας τραβήξουνε «απ' το πόδι βαθιά μέσα στο χώμα» και να εγκλωβιστούμε άλλη μια φορά σε έναν στείρο κρατικισμό - αντικρατικισμό.
Ισχυρίζομαι ότι, με δεδομένη την αντίθεσή μας και την πάλη για ανατροπή της επιχειρούμενης κατάργησης των κοινωνικών δομών και της υποχρεωτικής απασχόλησης των εργαζομένων τους μέσω ΚΟΙΝΣΕΠ, ανταγωνιστικά σε ιδιωτικές εταιρείες που θα αναπτυχθούν για να λεηλατήσουν τα 60.000.000 ευρώ του ΑΚΑΓΕ και τα 30.000.000 ευρώ του ΛΑΕΚ σε ετήσια βάση και την όποια άμεση ή έμμεση συνεισφορά των δήμων για τη «Βοήθεια στο σπίτι», οφείλουμε να προδιαγράψουμε τα κριτήρια της σχέσης μας με τις ΚΟΙΝΣΕΠ ως Αυτοδιοικητική Αριστερά.
Γιατί αυτή δεν θα περιοριστεί στις καταργούμενες κοινωνικές δομές, αφορά ένα ευρύτατο φάσμα υπηρεσιών που «αγοράζουν» έτσι κι αλλιώς οι δήμοι για την οργάνωσή τους, τον σχεδιασμό και την παραγωγή έργου, τη συμμετοχή τους σε εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα, τις εκδηλώσεις και τις δράσεις τους. Εκτός εάν φαντασιωνόμαστε ότι όλα θα είναι δημόσια - δημοτικά και όλοι δημόσιοι - δημοτικοί υπάλληλοι.
Τα κριτήρια για τις ΚΟΙΝΣΕΠ θα μπορούσαν να είναι:
* Οι ΚΟΙΝΣΕΠ να είναι αποτέλεσμα αυτοοργάνωσης - αυτοδιαχείρισης των εργαζομένων και όχι «επιλογή» συγκρότησης των αιρετών διοικήσεων.
* Να μην αντικαθιστούν υπάρχουσες δημόσιες κοινωνικές δομές αλλά να έχουν μόνο συμπληρωματικό, επικουρικό ρόλο.
* Να μην επιβαρύνουν επιπλέον το τυχόν κόστος για τους πολίτες των υπηρεσιών που ήδη τους παρέχονται.
* Να μην αλλάζουν δυσμενώς τις εργασιακές σχέσεις (ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα) σε όσους εργάζονται ή συνεργάζονται με αυτές.
Είναι σίγουρο ότι δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις έτοιμες, αλλά αξίζει να πειραματιστούμε με όσες μορφές προσιδιάζουν, έστω και προοπτικά, σε «ελεύθερα συνεταιρισμένους παραγωγούς».
Την κοινωνία αυτών άλλωστε μας έχει αφήσει, ως μοναδική περιγραφή του σοσιαλισμού στο έργο του, ο Marx (κριτική στο πρόγραμμα της Gotta).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου