Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Φίλες και φίλοι,
Είναι χαρά για μένα να βρίσκομαι απόψε εδώ, στο νησί ης Σάμου, στο νησί με το σημαντικότερο κίνημα αντίστασης, το νησί που ακριβώς πριν από 70 χρόνια κατάφερε να νικήσει την ιταλική κατοχή και να σχηματίσει προσωρινή κυβέρνηση του ΕΑΜ, ένα νησί συνυφασμένο με τη δημοκρατία, τους αγώνες, την προκοπή, την ίδια την Αριστερά. Ένα νησί που σ’ όλη του τη νεότερη ιστορία δέχτηκε και δέχεται τους κατατρεγμένους του κόσμου αυτού, από τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής το 1922 μέχρι τους πρόσφυγες που φτάνουν σήμερα στις ακτές της αναζητώντας σωτηρία από τα δεινά του πολέμου, του απολυταρχισμού και τις φτώχειας που περικυκλώνουν την ευρύτερη γειτονιά μας.
Κι όμως, σήμερα, στο ίδιο αυτό νησί, άνθρωποι – ακόμα και μικρά παιδιά – στοιβάζονται κάτω από τον ήλιο σε ένα σύγχρονο στρατόπεδο συγκέντρωσης μεταναστών, που πολύ απέχει από το να είναι κέντρο «πρώτης υποδοχής των προσφύγων», παρά τις προσπάθειες του προσωπικού, ενώ στερείται από τις συλλογικότητες της τοπικής κοινωνίας η δυνατότητα να ελέγχουν και να παρεμβαίνουν στο εσωτερικό του, στους όρους και τις συνθήκες λειτουργίας του.
Κι όμως, σήμερα, στο ίδιο αυτό νησί, μία μάνα, η Λαμίς με τα δύο παιδιά της, τον Οντάι και τη Λαϊγιάλ, τρεισήμισι χρονών και εννιά μηνών αντίστοιχα, βρήκαν τραγικό θάνατο από τη φωτιά στο βουνό της Σάμου, τη στιγμή που είχαν εκπατριστεί, προκειμένου να γλιτώσουν από τη φωτιά του πολέμου στη Συρία. Κι όλα αυτά, επειδή αφέθηκαν αβοήθητοι, επειδή οι αρχές δεν τους πίστεψαν, επειδή ο πατέρας τους, ο Ουασίμ, ενώ προσπαθούσε να φέρει βοήθεια για την οικογένειά του, βρέθηκε κρατούμενος επί ένα μήνα.