Ο σοφός Αϊνστάιν έλεγε ότι είναι παράνοια να επαναλαμβάνει κάποιος τις ίδιες ενέργειες και να νομίζει ότι θα έχει διαφορετικά αποτελέσματα. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τις μνημονιακέςκυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων. Επαναλαμβάνουν τις ίδιες πολιτικές και, ατυχώς για την πατρίδα μας, έχουν τα ίδια οδυνηρά και βάρβαρα αποτελέσματα, που καθημερινά οξύνουν την ανθρωπιστική κρίση. Και επειδή δεν πάσχουν από παράνοια, είναι βέβαιο ότι εξυπηρετούν με μεθοδικό τρόπο ένα σχέδιο μετατροπής της χώρας μας σε αποικία και χώρο φθηνής εργασίας και ελαστικών εργασιακών σχέσεων.
Ο "Καλλικράτης", συμπληρώνοντας τον "Καποδίστρια", ενίσχυσε και σε τοπικό επίπεδο την έννοια της πολιτικής αλλοτρίωσης, την απομάκρυνση, δηλαδή, και την αποξένωση των πολιτών από την εξουσία, δημιουργώντας γραφειοκρατικές οντότητες ή μικρά κρατίδια. Απαλλοτρίωσε την πεμπτουσία της Αυτοδιοίκησης και τη μετέτρεψε σε μια «κλινικά νεκρή» αυτοδιοίκηση. Η πρωτόγνωρη χρηματοδοτική της ασφυξία συνδυάζεται με μια λαίλαπα άμεσων και έμμεσων, υλοποιούμενων και επαπειλούμενων, ιδιωτικοποιήσεων, που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη μετατροπή των ΟΤΑ σε τοπικά παραρτήματα του ΤΑΙΠΕΔ και των συμφερόντων που αυτό φιλοξενεί και δεξιώνεται - ή διαφορετικά μετατροπή των ΟΤΑ σε ευρύτερα ΚΕΠ.Το πείραμα αυτό που γίνεται στη χώρα μας συμπαρασύρει μια σειρά από κοινωνικές και πολιτικές λειτουργίες. Μεταξύ αυτών στοχεύει και στην Αυτοδιοίκηση... με τρόπο μεθοδικό και με συνεργούς αρκετούς λεγόμενους αυτοδιοικητικούς. Η Αυτοδιοίκηση πλήττεται βάναυσα και στα τρία χρόνια της μνημονιακής πολιτικής πνέει τα λοίσθια. Ο «Καλλικράτης» αυτό ακριβώς το πείραμα έρχεται να υλοποιήσει στην Αυτοδιοίκηση. Επιχειρεί, δηλαδή, να χρησιμοποιήσει την Αυτοδιοίκηση ως ιμάντα μεταφοράς των αντιλαϊκών εκείνων πολιτικών που παράγονται στο εργαστήρι των νεοφιλελεύθερων μνημονιακών πολιτικών. Και μέχρι τώρα το πετυχαίνει με την ανοχή ή τη συνενοχή της πλειονότητας των αιρετών.
Το πρώτο προφανές, συνεπώς, για την Αριστερά είναι ο αγώνας για την επιβίωση της Αυτοδιοίκησης. Και εδώ δεν υπάρχουν αυταπάτες, ούτε μεσοβέζικες πολιτικές. Δεν παλεύουμε για τον εξωραϊσμό της βάρβαρης αυτής πολιτικής, αλλά για την πλήρη ανατροπή της. Αντίθετα, η οποιαδήποτε απόπειρα παρέμβασης και επιδιόρθωσης στις μικροδομές του πολιτικού συστήματος, που θα στερείται ρητής και πολιτικά συγκεκριμένης απεύθυνσης για ουσιαστική συμμετοχή στην κοινωνική βάση, στις υπαρκτές τοπικές κοινωνικές δυνάμεις, θα είναι ατελέσφορη και πιθανότατα θνησιγενής.
Η υπέρβαση των όρων υπό τους οποίους διεξάγεται αυτή τη στιγμή ο πολιτικός αγώνας προϋποθέτει την εμπλοκή της κοινωνικής βάσης και την κινητοποίησή της. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να υπάρξει μια εκ βάθρων ανασυγκρότηση της αυτοδιοίκησης -πράγμα που βέβαια σημαίνει την πλήρη ανατροπή του καθεστώτος που εγκαθίδρυσε τα Μνημόνια και τον «Καλλικράτη». Η απάντηση πρέπει να είναι άμεση και δυναμική.
Το δεύτερο προφανές έχει να κάνει με τους αποδέκτες αυτής της απάντησης. Και εδώ, απάντηση δεν έχει αποδέκτη μόνο τις μνημονιακές κυβερνήσεις, αλλά και τους βαστάζους της, αυτούς, δηλαδή, που διευκόλυναν να περάσουν οι αντιλαϊκές πολιτικές. Και στο σημείο αυτό θα συναντήσουμε, δυστυχώς, την πλειονότητα των δημάρχων, που εκφράστηκαν είτε αυτοτελώς είτε μέσω των συλλογικών οργάνων της Αυτοδιοίκησης, όπως η ΚΕΔΕ. Οι δήμαρχοι αυτοί σήμερα, για να διασώσουν τους θώκους τους (δεν καταλαβαίνω γιατί αυτή η εμμονή!!!), παριστάνουν τους ανεξάρτητους και αντιμνημονιακούς και ανεβαίνουν στα κεραμίδια για να εξαγνιστούν και να κοροϊδέψουν. Ποιον; Ο Βασιλάκης ξύπνησε και δεν κάνει πλέον τον κόκορα. Δεν μετρούν πλέον τα παχιά και ψεύτικα λόγια, αλλά οι πράξεις.
Και οι πράξεις είναι γνωστές: ποιοι αντιστάθηκαν στις ελαστικές σχέσεις εργασίας; Ποιοι εφάρμοσαν όλες τις μνημονιακές κατευθύνσεις, ΚΟΙΝΣΕΠ, ΜΚΟ, εργασία πέντε ημερών κ.ο.κ.; Ποιοι υποστήριξαν θερμά τον "Καλλικράτη" και ανέχθηκαν τον ευνουχισμό της Αυτοδιοίκησης;
Ποιοι ανέχθηκαν τη δραματική περικοπή πόρων της Αυτοδιοίκησης; Ποιοι αποδέχθηκαν το Παρατηρητήριο και την κατάργηση της σχετικής αυτοτέλειας της Αυτοδιοίκησης; Ποιοι άφησαν στο έλεος της διαθεσιμότητας και των απολύσεων εργαζόμενους, χωρίς να θέσουν κόκκινες γραμμές, όπως τους προτείναμε;
Ποιοι μετέτρεψαν την Αυτοδιοίκηση σε ιμάντα μεταβίβασης των εθνικών και υπερεθνικών αντιλαϊκών πολιτικών, όπως για παράδειγμα η ελληνογερμανική συνεργασία και η «αξιοποίηση» (δηλαδή εκποίηση) της δημόσιας και δημοτικής περιουσίας; Ποιοι μετείχαν στις ελληνογερμανικές συνελεύσεις; Ποιοι, τελικά, ανέχθηκαν, αν δεν συναίνεσαν, να οδηγηθεί η Αυτοδιοίκηση ένα βήμα πριν από τον γκρεμό; Ποιοι κρύβονταν στα Συνέδρια; Ποιοι, τελικά, αντιδρούσαν κλαψουρίζοντας, συναγελαζόμενοι στα κομματικά γραφεία; Αυτοί, αυτοί που παριστάνουν σήμερα τους αντιστασιακούς, τους αντιμνημονιακούς! Πόσες φορές στον τόπο αυτόν θα δούμε το ίδιο έργο;
Προβάλλουν, όμως, και ένα ακόμα τίτλο -κάποιοι, όχι όλοι: τον τίτλο του καλού διαχειριστή, με πομπώδη λόγο. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει, σύμφωνα πάντα με τις εξαγγελίες των ιδίων, ότι είναι ικανοί να διαχειριστούν τη μιζέρια και να μην έχουν ελλείμματα, παρά τις δραματικές μειώσεις των πόρων. Μάλιστα μπορούν. Πώς; Με τις ανάλογες πολιτικές, σύμφωνα με τις οποίες κοστολογούνται τα πάντα: ο πολιτισμός, ο αθλητισμός, οι κοινωνικές υπηρεσίες, οι παιδικοί σταθμοί, η στάθμευση στους δημόσιους δρόμους και ακόμα με πρόσθετους φόρους ή σε σύντομους καιρούς και με απολύσεις προσωπικού.
ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΕΞΗΓΗΘΟΥΜΕ: Δεν υποτιμώ τη διαχείριση. Αντιθέτως. Εξάλλου δήμαρχος διετέλεσα και 16 χρόνια στη διοίκηση ήμουν. Δεν είναι όμως ούτε ευαγγέλιο, ούτε κριτήριο για την Αριστερά που στοχεύει σε ριζικές ανατροπές και αλλαγή του αυτοδιοικητικού τοπίου, όχι μόνο στα πρόσωπα αλλά και στις πολιτικές. Η χρηστή διαχείριση είναι απαραίτητη αλλά όχι και επαρκής συνθήκη για να στοιχηθεί η Αριστερά με πρόσωπα στις τοπικές κοινωνίες. Η ολοκληρωτική αντικατάσταση του «δημάρχου αγωνιστή» από τον δήμαρχο νοικοκύρη δεν ανταποκρίνεται στα πρότυπα της Αριστεράς ούτε της κοινωνίας.
Το τρίτο προφανές έχει να κάνει με τους πομπούς της παραπάνω απάντησης και, κατά συνέπεια, με αυτούς που θα κληθούν να την υλοποιήσουν σήμερα και αύριο. Αυτό συνάδει και με τον στόχο μας στις προσεχείς αυτοδιοικητικές εκλογές. Οι δημοτικές μας κινήσεις, σ' αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, δεν εστιάζουν τη δράση τους στον αποκλειστικά εκλογίστικο στόχο. Αντιθέτως μπορούν -και πρέπει- να παίξουν ουσιαστικό ρόλο στην οργάνωση των πολιτών, όχι μόνο με στόχο την απόκρουση και την ανατροπή της βάρβαρης αυτής πολιτικής, αλλά και ως ο βασικός μοχλός αλληλεγγύης και υπεράσπισης της κοινωνικής συνοχής με δράσεις που θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα στη διάλυση του κοινωνικού κράτους.
Θα τολμούσα να πω ότι λειτουργώντας σαν λαϊκές επιτροπές οφείλουν και τώρα, αλλά και ως δημοτικές αρχές αύριο, να βρεθούν δίπλα στα άτομα που έχασαν ή κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους, στα άτομα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ένταξη ή την επανένταξη στην αγορά εργασίας, στα άτομα που είναι εκτεθειμένα στον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και στα άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Να μην επιτρέψουν τον πλειστηριασμό κανενός σπιτιού στην περιοχή τους, να μην επιτρέψουν τη διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος σε κανένα νοικοκυριό και να συμβάλλουν διαρκώς με μέτρα οικονομικής και κοινωνικής ανακούφισης των συμπολιτών τους.
Το διακύβευμα, επομένως, των αυτοδιοικητικών εκλογών είναι κρίσιμο και εξαιρετικά επίκαιρο: η Αυτοδιοίκηση θα λειτουργήσει ως ένας πυλώνας λαϊκής εξουσίας και συμμετοχής των πολιτών ή θα παραμείνει ένας γραφειοκρατικός, αποστεωμένος θεσμός παραγωγής παραγόντων και παραγοντίσκων προθύμων να υπηρετήσουν τις κεντρικές πολιτικές που θα τους υπαγορευτούν; Η υποτίμηση του θεσμού της Αυτοδιοίκησης, που υπάρχει όχι αδικαιολόγητα, εξαιτίας των φαινομένων αναπαράστασης των πολιτικών και της πολιτικής με την κεντρική σκηνή, θα έχει φυσικό αποτέλεσμα το τέλος ενός δυνάμει λαϊκού θεσμού. Και αυτό ακριβώς επιδιώκεται.
Ας ανασκουμπωθούμε λοιπόν και ας δώσουμε στον θεσμό το νόημα και την αξία που του αφαίρεσαν. Ο αγώνας είναι διμέτωπος στα κινήματα, στη συγκρότηση μετώπων αντίστασης, αλλά και στην επεξεργασία εναλλακτικών προτάσεων για το μέλλον της χώρας και της Αυτοδιοίκησης.
Στις εκλογές αυτές, τέλος, δοκιμάζονται και η αξιοπιστία και το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Στο πλαίσιο αυτό ενυπάρχουν η έννοια της ριζικής ανατροπής του πολιτικού συστήματος και η εγκαθίδρυση μιας λαϊκής εξουσίας και όχι η αυτάρεσκη, πλην εικονική, εκλογή «δικών μας δημάρχων και αιρετών», που δεν παρακολουθούν αυτόν τον στόχο ούτε έχουν τα εχέγγυα μιας συνακόλουθης ριζοσπαστικής πορείας, αλλά είναι παράγοντες ή παραγοντίσκοι και μπορούν να εκλεγούν.
Κλείνω όπως άρχισα: με την επίκληση στην αυθεντία. Τη σοφία ενός δικού μας ανθρώπου θα επικαλεστώ, του Αριστοτέλη. Εκείνος, λοιπόν, έλεγε ότι η αρετή είναι η μεσότητα, η οποία βρίσκεται μεταξύ των δύο άκρων, της έλλειψης και της υπερβολής. Στην προκειμένη περίπτωση, με τη δική μου ερασιτεχνική οπτική, η έλλειψη βρίσκεται στο ήθος και την αξιοπιστία, στη μετατροπή, δηλαδή, του ΣΥΡΙΖΑ σε κολυμβήθρα του Σιλωάμ... και η υπερβολή στη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε σέχτα «κοκκινοαίματων», όπως λέμε γαλοζοαίματων.
Η αρετή είναι στη μέση και γνωρίζουμε τον δρόμο. Το εγχείρημα, ομολογουμένως, δύσκολο, όμως για τα δύσκολα είναι εδώ η Αριστερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου